Δευτέρα 18 Ιουλίου 2022

Η Μαριλού μεγαλώνει... (Μια εφηβική ιστορία)

 


Η κίτρινη καναρινί κορδέλα γλίστρησε από τα κατάμαυρα μαλλιά της Μαριλού, μπλέχτηκε για ένα δευτερόλεπτο στις μπούκλες της πριν ακουμπήσει απαλά στο πάτωμα μπροστά στον μεγάλο καθρέπτη στο δωμάτιο της.

Ανακάτεψε τα μαλλιά της, τα τίναξε να διαλύσει τις μπούκλες που με τόση επιμέλεια της είχε κάνει η μαμά της πριν λίγη ώρα, και μετά τα τράβηξε πίσω στην βάση του λαιμού και τα φυλάκισε με δύναμη μέσα σε ένα μαύρο λαστιχάκι.

«Έτσι μ’ αρέσει» είπε στο είδωλο της, ίσιωσε την μαύρη μακριά μακό μπλούζα της που έπεφτε πάνω από το τζιν, έβαλε τα αθλητικά της και φώναξε «φεύγω» χωρίς να την δει η μαμά της που έκανε δουλειές στην κουζίνα.

«Που πας παιδί μου τέτοια ώρα! Έλα εδώ!» φώναξε η μαμά πίσω από την πόρτα χωρίς να πάρει απάντηση.

«Τι θα κάνω με αυτό το παιδί! Δεν ξέρω..δεν ξέρω..» μονολόγησε πάνω από το νερό που έτρεχε στον νεροχύτη..Ρωτούσε και ξαναρωτούσε τον εαυτό της, « Τι κάνω λάθος? Την παίρνω με το καλό, χατίρι δεν της χαλάω, ότι θέλει κάνει..Χορό μαμά. Χορό Μαριλού. Ενόργανη μαμά. Ενόργανη Μαριλού. Βόλτα μαμά, βόλτα Μαριλού. Αγγλικά Μαριλού. Βαριέμαι μαμά» Βαριόταν το σχολείο τόσο πολύ που την τρόμαζε. Με το ζόρι να πάει το πρωί, με το ζόρι να πάει στα αγγλικά το απόγευμα. Όλο δικαιολογίες και ψέματα. Οι καθηγητές δεν την καταλάβαιναν, δεν της μιλούσαν καλά, δεν ήταν σωστοί στο μάθημα τους. Όταν της έλεγε, οι καθηγητές δεν είναι οι προσωπικοί σου ψυχολόγοι, διάβασε να σου μιλάνε καλά, και που έμαθες εσύ που δεν ανοίγεις βιβλίο ποιο είναι το σωστό μάθημα, μούτρωνε και κλεινόταν με τις ώρες στο δωμάτιο της.

Ο πατέρας της προσπαθούσε να ελαφρύνει την κατάσταση και της έλεγε, Μιας και ξέρεις πως πρέπει να φέρονται οι καθηγητές και πως είναι το σωστό μάθημα, για να σε καμαρώσω εσένα μια μέρα στην τάξη να δουν και οι άλλοι πως γίνεται..

Αλλά ούτε αυτό έπιανε… Πάλι έβλεπαν την πόρτα να κλείνει ..

Τo πιο συνηθισμένο πράγμα, η καθημερινή ρουτίνα της οικογένειας ήταν οι απανωτές προσπάθειες της μαμάς να επικοινωνήσει με την Μαριλού, και η Μαριλού να είναι χαμένη στον μικρό της κόσμο . Ένας κόσμος που είχε σύνορα ανάμεσα στις επαφές της παρέας της στο viber, στους ακόλουθους στο instagram και τα μηνύματα στο messenger.

Πολλές φορές είχαν προσπαθήσει να βρουν τους κωδικούς της να ανακαλύψουν τις απαντήσεις μέσα από τους διαλόγους της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ,αλλά δεν ήταν παρά άκαρπες προσπάθειες που έφερναν ακόμα πιο πολλές διαφωνίες και μούτρα.

 

«Είναι οι έφηβοι σήμερα» κατέληγαν στο συμπέρασμα και οι άλλες μαμάδες της παρέας απογοητευμένες από την απομόνωση των παιδιών τους στα δικά τους που δεν φαινόταν να χωρά πουθενά ο κόσμος των ενηλίκων.

Το φαγητό είχε ετοιμαστεί και τα γεμιστά άχνιζαν λαχταριστά πάνω στον πάγκο της κουζίνας, οι γεμιστές πιπεριές είχαν πάρει την θέση τους στον φούρνο και από το ανοιχτό παράθυρο έμπαινε αχνιστή η ζέστη του μεσημεριού.

«Που είναι εκείνο το παιδί τόσες ώρες!» είπε σχεδόν φωναχτά η Μαρία, μαμά της Μαριλούς, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα, άκουσε την πόρτα να ανοίγει και να μπαίνει φουριόζα και εκνευρισμένη η μικρή.

«Μαμά, να πεις στην γειτόνισσα να μαζεύεται και λίγο σπίτι της και να μην είναι όλη μέρα στο μπαλκόνι να κάνει περιπολία τι ώρα μπαίνω και βγαίνω!»

«Μα τι λες παιδί μου! Τι σου έκανε η γυναίκα! » Προσπάθησε να την αντικρούσει η Μαρία. « Αυτό που σου λέω! Ότι ώρα και να φύγω και ότι ώρα και να γυρίσω, είναι στο μπαλκόνι και έχουμε χαιρετούρες. Καλημέρα, καλησπέρα, τι κάνεις..λες και άλλη όρεξη δεν έχω να της μιλάω .Τι δουλειά έχει να με ενοχλεί!»

Η Μαρία ένιωσε να ανεβαίνει μια ζέστη από την βάση του κεφαλιού της και να πλημμυρίζει όλο της τον εγκέφαλο.Ένα νεύρο άρχισε να κτυπάει στον κρόταφο και η απελπισία της για το ανάγωγο παιδί της την παρέλυσε για άλλη μια φορά.

Προσπάθησε να της εξηγήσει ότι καμιά δουλειά δεν είχε η μικρή να υπαγορεύει στους γείτονες τι ώρα θα μπαίνουν μέσα η τι ώρα και πόση θα κάθονται στο μπαλκόνι τους καλοκαιριάτικα, ότι θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένη που την χαιρετούν και θα έπρεπε και αυτή ευγενικά να απαντά και το σπουδαιότερο, αφού δεν κάνει τίποτα κακό γιατί να αισθάνεται τόσο εκνευρισμό όταν την βλέπουν να μπαίνει η να βγαίνει από το σπίτι. Η μικρή είχε πεισμώσει και θυμωμένα τράβηξε την καρέκλα, και σωριάστηκε πάνω της κάνοντας γκριμάτσες που έκαναν την Μαρία να αναπολήσει τις εποχές που μια ανάποδη ήταν ένας πολύ αποδεκτός τρόπος συνετισμού των κακότροπων παιδιών όταν όλα τα άλλα είχαν αποτύχει.

«Και δεν μου λες χρυσό μου, μήπως υπάρχει άλλος λόγος που σε πειράζει τόσο πολύ? Μήπως υπάρχει κάτι που δεν θα ήθελες να δει..Ας πούμε κάποια παρέα?»

«Τι παρέα μου λες μωρέ? Αμέσως το μυαλό σου στις παρέες!» Σηκώθηκε ακόμα πιο εκνευρισμένη και κλείστηκε στο δωμάτιο της.

Πέρασε μια βδομάδα και η μαμά της κολλητής της την πήρε τηλέφωνο για να της εκμυστηρευτεί  την αιτία του εκνευρισμού της Μαριλού. «Χώρισε» της είπε, «μου τα είπε η δικιά μου…Τα έφτιαξε με την χειρότερη εχθρό της..τον κυνηγούσε σε όλα τα διαλλείματα ..η Μαριλού έκλαιγε στην τουαλέτα, οι φίλες της προσπαθούσαν να την συνεφέρουν…ο Μάκης, ήθελε να τα ξαναφτιάξουν..»

Σκόρπιες έφταναν οι προτάσεις στο μυαλό της Μαρίας. Το μωρό της, το δεκατριάχρονο είχε ερωτική απογοήτευση, είχε κιόλα δεσμό! Πότε? Ποιος είναι αυτός? Όταν μπόρεσε να συνέλθει από την έκπληξη, ευχαρίστησε την Μάρθα υποσχόμενη απόλυτη εχεμύθεια γιατί αλλιώς δεν θα μάθαιναν ποτέ τίποτα ξανά.

Κτύπησε σιγά την πόρτα του δωματίου της Μαριλού και άνοιξε την πόρτα. Η μικρή άκουγε μουσική στα ακουστικά ενώ το μαξιλάρι φαινόταν ολοκάθαρα μουσκεμένο από δάκρυα.

«Μαριλού.. θες να συζητήσουμε κάτι?» Την ρώτησε μαλακά και κάθισε στο κρεβάτι. «Τι να πούμε?» ρώτησε η Μαριλού διστακτικά..’ Μήπως σε στεναχωρεί κάποιος και βγάζεις όλη αυτά τα νεύρα σε μας? Μαμά σου είμαι, μίλα μου και θα σε βοηθήσω παιδί μου» Είπε στοργικά η Μαρία και άπλωσε το χέρι της να χαϊδέψει τα μαλλιά της.

Η Μαριλού δεν κρατήθηκε άλλο και ξέσπασε σε κλάματα. Αγκάλιασε τη μαμά της και σιγά σιγά της εξομολογήθηκε όλο τον καημό που έκρυβε η καρδούλα της. Αφού την άφησε να ξεσπάσει και να της πει όλα, η Μαρία διάλεξε προσεχτικά τις λέξεις για να μην κλειστεί πάλι και χάσει την πολύτιμη επαφή με το παιδί της.

«Μα ότι και να είναι Μαριλού μου, όποιος και να είναι, δεν είναι παρά ένα παιδάκι, μικρό σαν και σένα..Πως αφήνεις ένα παιδάκι να σε επηρεάζει τόσο πολύ! Σε λίγο καιρό δεν θα θυμάσαι καν το όνομα του, και γιατί να το θυμάσαι αν είναι να σε στεναχωρεί τόσο πολύ!»

«Δεν καταλαβαίνεις! Δεν μπορώ μόνη μου!» συνέχισε κλαψουρίζοντας η μικρή κοπελίτσα που είχε τρομάξει από τα συναισθήματα της και δεν μπορούσε να τα βάλει σε μια σειρά.

«Καταλαβαίνω, και βέβαια καταλαβαίνω,,αλλά..για πες μου. Ποιος έχει πολύ αξία για σένα, αυτός η ο εαυτός σου? Ποιον πρέπει να μάθεις πρώτα? Ποιον πρέπει να φροντίσεις? Τον εαυτό σου η τον Μάκη?»

«Τον εαυτό μου..» ψέλλισε η μικρή ενώ ήταν ολοφάνερο ότι γυρόφερνε τα λόγια της μαμάς της στο μυαλουδάκι της.

«Είσαι ένα μικρό παιδάκι ακόμα..μην παρασύρεσαι από τις παρέες ..Άσε τους άλλους να κάνουν ότι νομίζουν, εσύ να φροντίζεις τον εαυτό σου.. Να τον μάθεις, να τον αγαπάς, να μην αφήνεις να τον πληγώνουν..Μόνο έτσι θα μεγαλώσεις και να μάθεις να είσαι όμορφα σε μια σχέση..Μην βιάζεσαι, έχεις πολύ χρόνο..πάρα πολύ χρόνο»

Η Μαριλού γύρισε πλευρό και αγκάλιασε το μαξιλάρι της..Δεν έφαγε τα γεμιστά και η μαμά της δεν επέμεινε. Την άφησε μόνη της να σκεφτεί, να συνέλθει από αυτόν τον συναισθηματικό κυκλώνα που βρέθηκε και έπρεπε να βρει την έξοδο νιώθοντας ασφαλής στο σπίτι της.

Ήταν πια αργά το απόγευμα όταν άκουσε την πόρτα να ανοίγει και η φωνή της Μαριλού, ευγενική και καλοσυνάτη μετά από καιρό χαιρέτησε την γειτόνισσα.. «Καλό βράδυ κυρία Γιώτα.. – Καλό βράδυ Μαριλού! Καλή βόλτα! Κάνε και μια για μένα παιδί μου που πονάνε τα πόδια μου! Είπε γελαστά η κυρία Γιώτα, και ακούστηκε γελαστή και η φωνή της Μαριλούς..Θα κάνω δυο πάρα πάνω και για σας κυρία Γιώτα»

Η Μαρία δάκρυσε πάνω στο κέντημα που προσπαθούσε τόσο καιρό να τελειώσει.. Το καλό της το παιδάκι… Μεγάλωνε και θα γινόταν μια μικρή κυρία σε λίγο καιρό…

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Please, tell me something! It would be of a great help!

Ένα χαρούμενο βιβλίο! (Παραμύθι) -(Ας διαβάσουμε ιστορίες το καλοκαίρι)

  Το βιβλίο είχε  μείνει όλο την σχολική χρονιά στο ράφι και ανυπομονούσε να το διαβάσει το μικρό κοριτσάκι που έμενε στο δωμάτιο αλλά άδι...