Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

Ένα χαρούμενο βιβλίο! (Παραμύθι) -(Ας διαβάσουμε ιστορίες το καλοκαίρι)

 


Το βιβλίο είχε  μείνει όλο την σχολική χρονιά στο ράφι και ανυπομονούσε να το διαβάσει το μικρό κοριτσάκι που έμενε στο δωμάτιο αλλά άδικα περίμενε και περίμενε ..και περίμενε..

Ήταν ένα παχουλό και χαρούμενο βιβλίο , με ποιήματα, τραγούδια και ωραίες ιστορίες στολισμένες με πολύχρωμες ζωγραφιές.

Οι σελίδες του βιβλίου είχαν μουσκέψει και τα δάκρυα έκαναν ένα μικρό νερουλό ρυάκι που έτρεχε μέσα από το διάστημα της βιβλιοθεσίας.

 Είχε περάσει ο χειμώνας με το φορτωμένο πρόγραμμα του σχολείου. Τα σχολικά βιβλία ήταν απλωμένα πάνω στο ροζ γραφείο και τα έβλεπε να ανοίγουν και να κλείνουν. Να σαλιώνονται οι σελίδες τους, να χρωματίζονται με πορτοκαλί και πράσινους μαρκαδόρους και το κοριτσάκι να διαβάζει δυνατά ξανά και ξανά το μάθημα του.

Από εκεί πάνω, στο δεύτερο ράφι δεξιά της βιβλιοθήκης απέναντι από το κρεβατάκι του παιδιού, μπορούσε να δει τα πάντα και μέσα στο σπίτι από την πόρτα που άνοιγε και έκλεινε, και έξω από το παράθυρο τις μέρες να γίνονται νύχτες και τις εποχές να αλλάζουν.

Όταν πια είχε δει το ήλιο να ψηλώνει και το ζεστό αεράκι να ανεμίζει την κουρτίνα, ένα ρίγος συγκίνησης πέρασε μέσα από όλες του τις σελίδες που θρόισαν απαλά. Ερχόταν το καλοκαίρι και αυτό θα έπαιρνε την θέση των σχολικών βιβλίων πάνω στο γραφείο. Περίμενε και περίμενε. Τα βιβλία πήραν την θέση τους δίπλα του στην βιβλιοθήκη, τα μολύβια , οι γόμες, οι ξύστρες , οι μαρκαδόροι, πήγαν για ύπνο μέσα στο συρτάρι και το γραφείο ήταν καθαρό καθαρό.

Άδικα όμως περίμενε το βιβλίο μας. Οι μέρες περνούσαν και τα ποιήματα άρχισαν μόνα τους να απαγγέλουν τους στίχους, τα τραγούδια άφηναν τις νότες να ξεφεύγουν και να ανακατεύονται με τις ιστορίες που είχαν πέσει σε βαριά στενοχώρια μιας και δεν τις διάβαζε κανείς.

« Αν ήμασταν σε άλλο σπίτι, σε άλλο παιδικό δωμάτιο, ίσως να μας είχαν διαβάσει μέχρι τώρα..» ψέλλιζε η μια στην άλλη και προσπαθούσαν να παρηγορηθούν.

Ο Ιούνιος τέλειωσε και ένας λιωμένος Ιούλιος από την ζέστη και την υγρασία ήρθε στην πόλη.

Το κοριτσάκι έμπαινε και έβγαινε από το δωμάτιο την ημέρα για να φέρει άμμο και βότσαλα και την νύχτα για να ταξιδέψει με τα όνειρα του μέσα στο κρυμμένο μέρος του μυαλού και της ψυχής της. Δεν υπήρχε χρόνος για τίποτα άλλο και η μοναξιά του βιβλίου είχε γίνει πια αφόρητη.

«Τι νόημα έχει ένα βιβλίο αν δεν το διαβάζει κανείς?»  Έλεγε και ξαναέλεγε το χάρτινο εξώφυλλο από μέσα του για να μη στενοχωρήσει πιο πολύ τις ιστορίες , τα ποιήματα και τα τραγούδια.

Ήταν ήδη μέσα Ιουλίου μεσημέρι, δύο η ώρα θυμάμαι, όταν ένα ποίημα φώναξε δυνατά για να το ακούσουν όλοι.

« Θα πάμε στο όνειρο της να της  πούμε το μυστικό για χαρούμενα όνειρα και σκέψεις μαγικές, για ιστορίες απίθανες και τόσο μοναδικές!»

«Και πως θα το καταφέρουμε καλό μου?» το ρώτησε ένα χαριτωμένο παιδικό τραγουδάκι.

«Θα βάλουμε δύναμη όλοι μαζί- να φτάσουμε στις φαντασίας το νησί! Και εκεί θα στήσουμε ένα χορό και από το χέρι θα πάρουμε το κοριτσάκι το μικρό!»

Ενθουσιάστηκαν με την ιδέα και σε όλο το βιβλίο σήμανε συναγερμός!

Ποιος θα ξεκινήσει πρώτος, ποιος δεύτερος? Πως θα είχαν το καλύτερο αποτέλεσμα για να ενθουσιάσουν το παιδί και να αρχίσει να διαβάζει?

Μετά από πολύ σκέψη και πολλές συζητήσεις αποφάσισαν να ξεκινήσει πρώτο ένα ωραίο καλοκαιρινό ποίημα για το καλοκαίρι, μετά θα ήταν η σειρά μιας περιπέτειας, μετά ένα χαρούμενο τραγούδι για τις διακοπές και στο τέλος άλλη μια ιστορία για ένα μικρό φαντασματάκι που τόσο αρέσει στα παιδιά!

Ήρθε το βράδυ και το κοριτσάκι άπλωσε τις κοτσίδες του στο μαξιλάρι και άρχισε να βυθίζεται στον πρώτο του ύπνο.

«Εμπρός! Ήρθε η ώρα!» έδωσε το σύνθημα το εξώφυλλο και όλοι μαζί συγκεντρώθηκαν και έκαναν ένα άλμα στο νησί της φαντασίας του παιδιού.

«Πω, πω!! Τι ωραία που είναι! Ψέλλισε το εμπροσθόφυλλο ενώ όλοι κοιτούσαν γύρω τους ψάρια να πετούν, πουλιά να κόβουν βόλτες και μεγάλα πράσινα φύλλα να γίνονται φρούτα που μιλούν ..Γέλια ακούγονταν και χαχανητά ενώ ένας καταρράκτης από παγωτό βανίλια έτρεχε από έναν ψηλό βράχο.

«Φαντάσου να μας διαβάσει κιόλας» είπε η ιστορία με το φαντασματάκι που πήγε και χώθηκε σε μια μικρή σπηλιά που έμοιαζε με δακτυλίδι. «Ελάτε, ας ξεκινήσουμε!» είπε το ποιηματάκι και ξεκίνησαν τον χορό και να γελούν μαζί με τα γέλια που δεν έβλεπαν από πού ερχόντουσαν.

Το κοριτσάκι γέλασε και αυτό στο ύπνο του και άλλαξε πλευρό κινδυνεύοντας να ρίξει όλο το παγωτό πάνω στις ιστορίες.

Κουρασμένο το βιβλίο μας από την περιπέτεια γέμισε πάλι τις σελίδες του και περίμενε υπομονετικά το πρωί.

«Μαμά! Είδα το πιο τρελό όνειρο χτες το βράδυ!» Φώναξε το παιδάκι με το που άνοιξε τα μάτια του. « Δεν μπορώ να στο περιγράψω όμως!

«Αν άνοιγες τα βιβλία στην βιβλιοθήκη θα μπορούσε όχι μόνο να το περιγράψεις αλλά και να μου το γράψεις σαν μια ωραία ιστορία» της είπε η μαμά της και κατέβασε το βιβλίο μας από την βιβλιοθήκη.

«Τα βιβλία μας κάνουν να μπορούμε να πούμε αυτό το αισθανόμαστε, να χρωματίσουμε τα αισθήματα μας, να περιγράψουμε τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό μας» της είπε για χιλιοστή φορά η μαμά της και της άνοιξε το βιβλίο μπροστά της.

«Διάβασε και θα με θυμηθείς!» Της έδωσε ένα ζουμερό φιλί στο μάγουλο και της χάιδεψε τα μαλλάκια της.

Το κοριτσάκι ήθελε να περιγράψει το όνειρο της, ήθελε να πει στην μαμά της πως την έκαναν να αισθάνεται όλες αυτές οι εικόνες που είχαν γεμίσει τον ύπνο της τόσο πολύ, που άρχισε να διαβάζει και να διαβάζει , να μαθαίνει τα ποιήματα και ναι, να γράφει και δικά της! Οι ιστορίες της ενθουσίασαν και τις μοιράστηκε όλες με τις φίλες της.

Το βιβλίο μας ήταν ενθουσιασμένο! Πάνε πια οι μοναχικές μέρες, πάνε πια οι μαύρες σκέψεις!

Ήρθε ένας Αύγουστος χαρούμενος και ευτυχισμένος με το βιβλίο να είναι η καλύτερη παρέα του παιδιού το βράδυ πριν πάει για ύπνο και τα όνειρα της δεν ήταν ποτέ τόσο γεμάτα χρώματα και περιπέτειες!

 

Ένα χαρούμενο βιβλίο! (Παραμύθι) -(Ας διαβάσουμε ιστορίες το καλοκαίρι)

  Το βιβλίο είχε  μείνει όλο την σχολική χρονιά στο ράφι και ανυπομονούσε να το διαβάσει το μικρό κοριτσάκι που έμενε στο δωμάτιο αλλά άδι...