|
αβάρετος = ακούραστος |
|
Αγκοριτσά = άγρια αχλαδιά |
|
Άζα = η μουτζούρα του τζακιού |
|
Ακουσμένη = παντρεμένη γυναίκα που έχει συζητηθεί για εξωσυζυγικές
σχέσεις |
|
Αλλαξιά, αλλαξά = Η δεύτερη φορεσιά (Πάρε μια αλλαξά μαζί σου, μπορεί να
κατουρηθείς στο δρόμο) |
|
Ανακούκουρδα = ανακατεμένα |
|
Αντέτι Μουχαμέτι = Τα ίδια και τα ίδια επαναλαμβάνεις. ( Μάλλον Τούρκικο
) |
|
απαστριά = ποντίκι |
|
απονοικοτσυρά = γυναίκα ανοικοκύρευτη |
|
αρτυμή = το μη νηστήσιμο |
|
Αστοχιά = κακοκεφιά |
|
Αστρίτης το μάτι = αστραφτερό, χρησιμοποιείται όταν δεν κλείνει για ύπνο |
|
Αυτά είναι τους παιδιούνες= αυτά είναι των παιδιών Αντέτι = ξεμάτιασμα |
|
Αυτοί σούρνουν πανί = αυτοί πηγαινοέρχονται άσκοπα |
|
Βαρυγκομάω = δυσφορώ , δυσανασχετώ |
|
βάτρα = σπιτι |
|
Βετούλι = χρονιάρικο κατσίκι |
|
Βοϊδοτσεντρίτης = άντρας βλάκας |
|
βραγιά = ο μπαξες |
|
Βρωμοστήλα χάμου= κάτσε κάτω,παλουκώσου |
|
Βρωμοστύλα = Κάτσε φρόνιμα |
|
Γάλικας = μεγάλο ξύλινο κοφίνι |
|
Γάνα = η μαυρίλα που βγάζουν τα χαλκόματα |
|
γάνιασα = κουράστηκα |
|
γιουρντάρω = ορμάω |
|
γλαντί = το αδύνατο παιδί |
|
Γλάρα = πρωινή υγρασία |
|
Γλωσσοκοπάνα = γυναίκα πολυλογού και ετοιμόλογη |
|
Γοργόνια = Ζωηρά παιδιά |
|
Γυφτοκόνισμα = πολύ αδύνατη γυναίκα |
|
Διάφορο = το κέδρος, το όφελος (Νικάει η ζημιά το διάφορο. (παροιμία)) |
|
Δρόλαπας = δυνατή βροχή |
|
Έγινα άμουρος=εξαφανίστηκα |
|
Εγώ φέγω τώρα = Εγώ φεύγω τώρα |
|
Ειναι παράωρα = είναι περασμένη η ώρα |
|
Ζαγάρι = σκύλος ανεπιθύμητος |
|
Ζαμάνια = Πολλά χρόνια ( Συνήθως λέμε για κάποιον που έχουμε πολύ καιρό
να τον δούμε) |
|
Ζέκες = τύφλες συνοδεύονται με μούτρα (Που νάχεις ζέκες) |
|
Ζερζεβούλης = σατανάς |
|
Ήρχα = ήρθαΈχω έρχει = έχω έλθει |
|
Ισικιωμένη = Η γυναίκα με φυσική χάρη και ήθος,επιθετικός προσδιορισμός
ανώτερος της όμορφης |
|
Και στα επίλοιπα = Ευχή που δίνεται στα τελειώματα, δηλαδή και στις χαρές
των υπολοίπων |
|
Καλά δεξίματα = με το καλό να υποδεχθείτε αυτούς που περιμένετε |
|
Καλά κρασά = Στο μάζεμα των σταφυλιών |
|
Καναπελίκι = το κάλυμμα του καναπέ,άσπρο ουγίτικο με δαντέλα τις σχόλες
και εμπριμέ απλό τις καθημερινές |
|
Καούνι = πολύ κρύο, παγωνιά |
|
Καραμελάτη κουβέρτα = Κουβέρτα φτιαγμένη στον αργαλειό με ρίγες σε όλο το
μήκος της |
|
Καρκαλέτσι= σαμιαμίδιΓκουρτζέλι = το νεογέννητο γουρουνάκι |
|
Καρυστινή παροιμία: Σηκώθηκεν η όμορφη να κάτσει η ισκιωμένη χάφτας =
αγαθιάρης βλακέντιος = βλάκας κουμπάνια =τα τρόφιμα που έπαιρναν οι
τσομπάνηδες μαζί τους για να έχουν στο μαντρί να τρώνε συ πού ήστανε; - ήμανε
πέρα =εσύ πού ήσουν; - ήμουν πέρα Στο βγάλσιμο ήλιου = ανατολικά Στο χάσιμο
ήλιου = δυτικά |
|
Κάτοικας = το κοτέτσι |
|
Κατσούλα = η σκούφια, η κουκούλα |
|
Κατώϊ = αποθήκη στο υπόγειο |
|
Κεσέμι = το κριάρι ή ο τράγος που οδηγεί το κοπάδι, ο μπροστάρης |
|
κιοτεύω=δειλιάζω |
|
κουσελεύω=κουτσομπολεύω |
|
Κουσέλι=κουτσομπολιό |
|
Κουσελιάρης ή κουσέλας = κουτσομπόλης |
|
Κουταλάφι= μεγάλη ακρίδα |
|
Κουτσαφιές = το φυτό που κάνει κουκιά |
|
κρεββατίνα = ο αργαλειός |
|
λιακός = στέγη σπιτιού με χώμα |
|
Λιγούνα= βέργα |
|
Λολάδες του Μουτζουρογιάννη (προφανώς παλιός Καρυστινός λωλός που έμεινει
στην αιωνιότητα ) |
|
Λοστάρι = χοντρό και παχύ υφαντό σκέπασμα |
|
Λούβερη έκανες τον καφέ = Πικρό έφτιαξες τον καφέ |
|
Μαντζούνι = πρακτικό θεραπευτικό ρόφημα, γιατροσόφι |
|
Με τους λωλούς λωλαίνομα = παρασύρομαι εύκολα από αστεϊσμούς και πλάκες που
κάνουν οι άλλοι και μπαίνω κι εγώ στο κλίμα Γεννήκαμε σεργούνι ή σουργούνι =
γίναμε ρεζίλι, βγήκαν στη φόρα οι πομπές μας Κουβεντιασμένη = Γυναίκα που
έχει συζητηθεί για ασταθή ερωτικό βίο Βγήκε στη τρυφερίτσα = έκφραση για το
κορίτσι που μεγάλωσε και ξεκίνησε τις βόλτες και τα φλερτ δειξάμενη = η
εντυπωσιακή γυναίκα |
|
Μη με κρένεις = Μη μου μουρμουράς |
|
Μισοκούτρουλος= βλαμμένος |
|
μισόχλωρος = τρελλός |
|
Μολέρνω = Φεύγω (κυριολεκτικά και μεταφορικά) |
|
μπαϊλντισα = κουράστηκα |
|
Μπάκα = κοιλιά.( Γέμισε η μπάκα του) |
|
μπασά = πόρτα- πέρασμα |
|
Μπαστικό= αποθήκη |
|
μπινιώτα = το πυθάρι |
|
Μπουγιουρντί = κοινοποίηση δυσάρεστου εγγράφου |
|
μπουρδουκλώνομαι = μπερδεύομαι |
|
Μπούρμπερη = στάχτη, σκόνη (Να γίνει στάχτι και μπούλμπερη) |
|
Μπροστοποδιά = γυναικεία ποδιά κουζίνας |
|
Να χαίρεσαι τ΄ασκέρι σου = Να χαίρεσαι την οικογένειά σου |
|
Νιτερέσο = συμφέρον( Δεν έχω νιτερέσα μαζί τους) |
|
ντάλα μεσημέρι=καταμεσήμερο |
|
Νταλάκιασα = δίψασα πολύ |
|
Ντουγρού = ευθεία |
|
Ντράβαλα = περιπέτειες |
|
Ξαντάρι = ξάνεμο |
|
ξεποδαριάζομαι = κουράζομαι απ' το περπάτημα |
|
ξεργουτού = επί τούτου |
|
Ξόμπλι = κουτσομπολιό |
|
Ξομπλιάστρα = αυτή που τα παρατηρεί όλα,που δεν αφήνει τίποτα ασχολίαστο |
|
Ξοντώνω = εκτονώνομαιΔεν νογάει = δεν καταλαβαίνει, δεν σκαμπάζει |
|
Ουγίτικο πανί = το λεπτό άσπρο υφαντό με τις ρίγες |
|
Παδανά, παδαχάμου = Εδώ, εδώ κάτω |
|
Παίρνω κάποιον καλιακούσα = Τον παίρνω στους ώμους |
|
πανωγόμι = το επιπλέον φορτίο ενός ζώου, στο κέντρο του σαμαριού
(μεταφορικά το πανωτόκι) |
|
παρδάσκελα = τρόπος καβαλικέματος στο ζώο (ανάποδα) |
|
πάω ζέβλα ζέβλα = πάω κούτσα -κούτσα |
|
Πάω μέσα =θα πάω στην Αθήνα |
|
Πέρνα πόθε=έλα απο 'δω |
|
Περπατά σα μπασταρδιασμένος, δηλαδή με ασταθή βήματα και άσχημη στάση |
|
Πέτος = κληματαριά |
|
Πήρα τα Ρουμάνια = Πήρα τους δρόμους |
|
πούντιασα = πάγωσα |
|
Πριπάσω = δεύτερη γυναίκα ,φθηνιάρα |
|
Προγκάω = διώχνω με φωνές |
|
σάζμα = στρωσίδι υφαντό φτιαγμένο με μαλλί |
|
Σερμπέτη έκανες τον καφέ = Έκανες γλυκό τον καφέ |
|
Σκαπετάω= φεύγω |
|
Σκατομισογέννης = έκφραση για το σατανά |
|
σοπάκι = μπερντάκι |
|
σοστάδα = το σωστό |
|
Σουρτουκεύω=είμαι συνέχεια έξω |
|
σοφράς = χαμηλό στρογγυλό τραπέζι |
|
Στρογέρα = απανεμιά |
|
Τααήλιου = Κακώς του κάκου |
|
ταμαχιάρης=αχόρταγος |
|
Ταμπλάς = Εγκεφαλικό (τούρθε ταμπλάς) |
|
Τζερεμές = Ο κακοπληρωτής |
|
Τι νόησες; = πώς την έχεις δει ; |
|
Τι ψάχεις να βρεις; = Τι ψάχνεις να βρεις; |
|
Τίβοτα = τίποτα |
|
Τίλους..(Ιδιωματική έκφραση π.χ. Τίλους δε μου είπες ότι θάρθεις) |
|
Τον έκανε νταούλι στο ξύλο - Τούδωσε πολύ ξύλο |
|
Του βέτιου = Κουτουρού |
|
Του δαιμόν οι κλήρες |
|
Του πειραντά την κλήρα, ζάφτι δε γίνεται= έκφραση για το άτακτο παιδί που
δεν μπορούμε να το στρώσουμε |
|
Τούτη πάει κατά ήλιου και κατά καημάτου=έκφραση για την
"ελαφριά"γυναίκα |
|
Τράβα = το μεσαίο ξύλο που κρατούσε τα ξύλα της σκεπής |
|
Τσάφι = πολύ κρύο ,παγωνιά |
|
Τσεμπέρι γυναικείο μαντήλι κεφαλιού |
|
Τσίτσα μου , πάνου πάνου ή φτσίτσα μου πάνου πάνου = να έχετε την ευχή
μου ως ψηλά στον ουρανό( οι γιαγιάδες στα εγγόνια) |
|
Τσιφούρα = ψιλόβροχο |
|
Τσιφουρίζει = ψιλοβρέχει |
|
Τσούλινδρας = ο κύλινδρος που πατούσαν τις χωμάτινες ταράτσες |
|
τσουράπια=κάλτσες |
|
Τσουρούτικο = Στενό, στενόχωρο , μίζερο |
|
Φουρνοξύλα = κοροϊδευτικά η ψηλή και άχαρη γυναίκα |
|
Χαλασμένος = Βλαμμένος (αυστηρά Καρυστινή έκφραση) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Please, tell me something! It would be of a great help!